Ως Σύνδρομο Καρπιαίου Σωλήνα ορίζεται η πάθηση που προκαλεί μούδιασμα, πόνο και αδυναμία στην περιοχή της παλάμης και ειδικά στην περιοχή των τριών πρώτων δακτύλων του χεριού.
Οφείλεται στην πίεση του μέσου νεύρου στην περιοχή του καρπού.
Η ανατομία του καρπού, οι επαναλαμβανόμενες κινήσεις του χεριού καθώς και ορισμένες παθήσεις αποτελούν τις αιτίες του συνδρόμου.
Η εμφάνιση του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα, είναι συνήθως βαθμιαία. Το πρώτο σύμπτωμα είναι συνήθως το παροδικό μούδιασμα στον αντίχειρα, στον δείκτη και στο μέσο δάκτυλο. Χαρακτηριστικό είναι ότι το μικρό δάχτυλο δεν μουδιάζει. Τα συμπτώματα είναι ιδιαίτερα έντονα όταν κρατάμε αντικείμενα στο χέρι όπως ένα ποτήρι, το τηλέφωνο ή ένα βιβλίο.
Το μούδιασμα στο σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα, μπορεί να εμφανίζεται και κατά τη διάρκεια της νύχτας και πολλές φορές ξυπνάει τον ασθενή και τον αναγκάζει να τινάζει το χέρι του.
Ως επόμενο σύμπτωμα εμφανίζεται μυϊκή αδυναμία. Συνήθως εκδηλώνεται με πτώση αντικειμένων από το χέρι την ώρα που τα κρατάμε ή προσπαθούμε να τα χρησιμοποιήσουμε. Οφείλεται τόσο στο μούδιασμα του χεριού , όσο και στην αδυναμία των μυών του αντίχειρα οι οποίοι επίσης εξαρτώνται από το μέσο νεύρο. Το τελικό σύμπτωμα του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα είναι ο πόνος στην περιοχή των τριών πρώτων δακτύλων και του καρπού, που περιορίζει σημαντικά τη χρήση του χεριού.
Όταν τα συμπτώματα στο σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα, διαρκούν πάνω από 1 μήνα και επηρεάζουν σημαντικά τις απλές καθημερινές δραστηριότητες και την ποιότητα του ύπνου, θα πρέπει να επισκεφτείτε το γιατρό σας. Η μη έγκαιρη θεραπεία του συνδρόμου μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμες βλάβες του νεύρου και των μυών.
Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα οφείλεται στην πίεση του μέσου νεύρου στην περιοχή του καρπού. Οτιδήποτε μπορεί να πιέσει το μέσο νεύρο μέσα στον καρπιαίο σωλήνα οδηγεί στην εμφάνιση συμπτωμάτων.
Ένα κάταγμα στον καρπό, ή ο ερεθισμός των τενόντων που βρίσκονται ακριβώς δίπλα του είναι κάποιες από τις αιτίες της πάθησης. Συνοπτικά, οι συνηθέστεροι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα είναι οι ακόλουθοι:
Ανατομικοί παράγοντες: Ένα κάταγμα ή εξάρθρημα στον καρπό, όπως και η αρθρίτιδα μπορούν να μειώσουν σημαντικά το χώρο που περνάει το νεύρο.
Φύλο: Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι πολύ συχνότερο στις γυναίκες επειδή ο χώρος που περνάει το νεύρο είναι πιο στενός.
Φλεγμονώδεις παθήσεις: Παθήσεις όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η οποία προκαλεί φλεγμονή των τενόντων και αυξάνει την πίεση στο μέσο νεύρο.
Μεταβολικοί παράγοντες: Οι γυναίκες στην εμμηνόπαυση, οι διαβητικοί, οι παχύσαρκοι ασθενείς, όπως και όσοι πάσχουν από παθήσεις του θυρεοειδούς εμφανίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο για σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα.
Επαγγέλματα: Επαγγέλματα που απαιτούν την παρατεταμένη και μονότονη χρήση του καρπού και των δαχτύλων.
Η διάγνωση του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα γίνεται με την κλινική εξέταση και το ηλεκτρομυογράφημα του μέσου νεύρου.
Με την κλινική εξέταση , διαπιστώνεται με ειδικά τεστ το χαρακτηριστικό μούδιασμα στα τρία πρώτα δάχτυλα της παλάμης, ενώ με τον ειδικό νευρολογικό έλεγχο επιβεβαιώνεται η διάγνωση.
Η θεραπεία του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα είναι κατά κανόνα χειρουργική. Έχει αποδειχθεί ότι τα συντηρητικά μέσα θεραπείας (νάρθηκες, ενέσεις κορτιζόνης, αντιφλεγμονώδη φάρμακα) δεν έχουν καμία μακροπρόθεσμη ωφέλεια και μπορούν να βοηθήσουν μόνο στα αρχικά στάδια της νόσου.
Το χειρουργείο διαρκεί περίπου 15 λεπτά, και γίνεται με τοπική αναισθησία ή ελαφριά μέθη, ενώ δεν απαιτείται νοσηλεία στο νοσοκομείο. Μέσω μίας μικρή τομής στην παλάμη (2 εκ.), ακριβώς μετά τον καρπό και με τη βοήθεια ειδικών μικροχειρουργικών εργαλείων διανοίγεται ο καρπιαίος σωλήνας και απελευθερώνεται το μέσο νεύρο.
Σε 2 εβδομάδες μετά το χειρουργείο ο ασθενής επιστρέφει πλήρως στις δραστηριότητές του